Επενδυτικό ρίσκο και απόδοση: Τι σημαίνουν οι όροι και πώς συνδέονται μεταξύ τους

Παρότι οι περισσότεροι έχουμε ακούσει ή διαβάσει κάπου τους όρους επενδυτικό ρίσκο και απόδοση, είναι λογικό να μην γνωρίζουμε σε τι ακριβώς αναφέρονται και ποια είναι η σημασία τους. Στο ακόλουθο άρθρο, αναλύουμε τις δύο έννοιες και εξηγούμε το πώς σχετίζονται μεταξύ τους.

Τι είναι το επενδυτικό ρίσκο

Υπάρχουν πολλές έννοιες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το επενδυτικό ρίσκο, ωστόσο ο απλούστερος ορισμός της έννοιας είναι ο εξής: Επενδυτικό ρίσκο είναι o βαθμός αβεβαιότητας ή/και πιθανής οικονομικής απώλειας που είναι εγγενής σε μια επενδυτική απόφαση. Με άλλα λόγια, όταν επενδύει κάποιος τα χρήματά του, δεν γνωρίζει με βεβαιότητα εάν θα λάβει τις επιθυμητές αποδόσεις, αν θα αντιμετωπίσει απροσδόκητες απώλειες ή αν θα τα χάσει όλα. Αυτή η έλλειψη σιγουριάς είναι ο κίνδυνος που ενυπάρχει στις επενδύσεις ή αλλιώς το επενδυτικό ρίσκο.

Τι είναι απόδοση

Η απόδοση είναι κατά μία έννοια η άλλη «όψη» του ίδιου νομίσματος. Αναφέρεται στο χρηματικό ποσό που λαμβάνεται από μια επένδυση κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου. Αυτή η αλλιώς λεγόμενη απόδοση περιόδου διακράτησης είναι η απόδοση μιας επένδυσης κατά τη διάρκεια του χρόνου που ανήκει σε έναν συγκεκριμένο επενδυτή.

Η απόδοση είναι μέγεθος που μετράται ποσοστιαία, δηλαδή πόσα χρήματα κερδίζει κάποιος σε αναλογία με τα χρήματα που είχε επενδύσει. Παράδειγμα: Αν κάποιος επενδύσει 100 ευρώ και κερδίσει 50, η απόδοση είναι 50%. Το σημαντικότερο βέβαια είναι χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο κερδίζονται τα χρήματα. Για αυτό όταν βλέπουμε μία απόδοση είναι σημαντικό να εξετάζουμε και το χρονικό διάστημα και να συγκρίνουμε όμοια διαστήματα.

Τι σημαίνει η «αντιστάθμιση ρίσκου – απόδοσης» (risk-return tradeoff)

Η αντιστάθμιση ρίσκου-απόδοσης δηλώνει ότι το επίπεδο απόδοσης που θα κερδηθεί από μια επένδυση θα αυξάνεται καθώς αυξάνεται το επίπεδο κινδύνου. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές είναι λιγότερο πιθανό να πληρώσουν υψηλό τίμημα για επενδύσεις που έχουν χαμηλό επίπεδο κινδύνου, όπως εταιρικά ή κρατικά ομόλογα υψηλής ποιότητας. Διαφορετικοί επενδυτές θα έχουν διαφορετικές ανοχές για το επίπεδο κινδύνου που είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν, με αποτέλεσμα ορισμένοι να επενδύουν ευκολότερα σε επενδύσεις χαμηλής απόδοσης επειδή υπάρχει χαμηλός κίνδυνος απώλειας. Άλλοι έχουν υψηλότερη ανοχή κινδύνου και έτσι θα κάνουν πιο ριψοκίνδυνες επιλογές, επιδιώκοντας υψηλότερη απόδοση, παρά τον κίνδυνο να χάσουν τα χρήματά τους.

Πώς μπορεί κάποιος να βελτιώσει τη σχέση απόδοσης

Κατά βάση, υπάρχουν δύο τρόποι.

Ο πρώτος είναι η διασπορά (diversification), που είναι το πιο απλό και αποδεδειγμένο βήμα που μπορεί να κάνει κάποιος. Με βάση τη λογική της διασποράς, ένας επενδυτής κάνει διαφορετικές επενδύσεις που δεν είναι μεταξύ τους συσχετισμένες, ώστε σαν σύνολο να έχει καλύτερη απόδοση από το ρίσκο που παίρνει. Παράδειγμα: Έχουμε τρεις επενδυτές, όπου ο πρώτος επενδύει σε ακίνητα, ο δεύτερος σε μετοχές και ο τρίτος σε ομόλογα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υφίσταται διασπορά συνεπώς δεν υπάρχει το αντίστοιχο όφελος. Αν από την άλλη και οι τρεις επενδύσουν από 1/3 των χρημάτων τους σε κάθε μορφή επένδυσης (ακίνητα, μετοχές, ομόλογα), οι συνολικές αποδόσεις και των τριών επενδύσεων είναι μεγαλύτερες από το ρίσκο που παίρνουν. Η παραπάνω τακτική βασίζεται στην λογική της αγοράς ότι είναι απίθανο και οι τρεις κλάδοι να πηγαίνουν άσχημα ταυτόχρονα. Επίσης, συνήθως όταν κάποιος κλάδος πηγαίνει καλύτερα, κάποιος άλλος πηγαίνει χειρότερα και κατά συνέπεια υπάρχει μία ισοστάθμιση του ρίσκου.

Ο δεύτερος τρόπος είναι η ικανότητα του επενδυτή να καταλαβαίνει τι ρίσκο παίρνει και αν είναι σε θέση να το διαχειριστεί καλύτερα από κάποιον άλλο. Παράδειγμα: Ένας Έλληνας και ένας αλλοδαπός θέλουν να επενδύσουν σε ακίνητα στην Ελλάδα. Ο αλλοδαπός, μην γνωρίζοντας σε βάθος την ελληνική αγορά πιστεύει ότι παίρνει μεγάλο ρίσκο και θα ζητήσει μεγαλύτερες αποδόσεις. Από την άλλη πλευρά, ο Έλληνας που λογικά διαθέτει καλύτερη πληροφόρηση, γνωρίζει με ρεαλιστικούς όρους το ρίσκο που θα πάρει, γεγονός που τον τοποθετεί σε καλύτερη θέση στη διαχείριση της σχέσης ρίσκου-απόδοσης.

Τι σημαίνουν τα παραπάνω για τις επενδύσεις ακινήτων στην Ελλάδα;

Το βασικότερο σημείο που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι μία καλή απόδοση φέρνει μαζί της και ένα μεγάλο ρίσκο. Παράδειγμα: Κάποιος επενδύει σε ένα ισόγειο διαμέρισμα το οποίο νοικιάζεται για 400 ευρώ και του δίνει μία απόδοση 7%. Την ίδια στιγμή ένα διαμέρισμα σε όροφο δίνει απόδοση 5%. Στην πραγματικότητα όμως, το ακίνητο που δίνει την μεγαλύτερη απόδοση έχει τελικά και το μεγαλύτερο ρίσκο -είναι ευκολότερο ένα ισόγειο να μείνει ξενοίκιαστο από τον όροφο. Το παραπάνω μπορεί βέβαια να μην συμβεί και ποτέ, ωστόσο το ρίσκο εξακολουθεί να υπάρχει. Άρα όταν βλέπουμε υψηλές αποδόσεις πρέπει να μην ξεχνάμε ότι πηγαίνουν «πακέτο» και με το ανάλογο ρίσκο